Μολύνω στα ισπανικά
Μετάφραση: μολύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apestar, infectar, contagiar, contaminar, ensuciar, infectar a, infectan, de infectar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολύνω
μολύνω στα αγγλικα, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω συνώνυμο, μολύνω παρατατικός, μολύνω συνώνυμα, μολύνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, μολύνω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- μολυσματικός στα ισπανικά - infeccioso, infectante, infecciosa, infectivo, infectiva
- μολύβι στα ισπανικά - lápiz, de lápiz, lápiz de, el lápiz, del lápiz
- μομφή στα ισπανικά - reproche, oprobio, afrenta, reproches, reprochar
- μονάδα στα ισπανικά - unidad, unidad de, la unidad, aparato, equipo
Τυχαίες λέξεις
Μολύνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: apestar, infectar, contagiar, contaminar, ensuciar, infectar a, infectan, de infectar
Μεταφράσεις: apestar, infectar, contagiar, contaminar, ensuciar, infectar a, infectan, de infectar