Μουρμουρίζω στα ισπανικά
Μετάφραση: μουρμουρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gruñir, mascullar, mascar, susurrar, ronronear, algarabía, murmurar, murmullo, burbujeo, burble, borboteo, parloteo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μουρμουρίζω
μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω λεξικό γλώσσας ισπανικά, μουρμουρίζω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- μουδιασμένος στα ισπανικά - entumecido, entumecida, insensible, adormecida, entumecidos
- μουντός στα ισπανικά - gris, tedioso, sombrío, obtuso, aburrido, embotado, sordo, ...
- μουρνταριά στα ισπανικά - inmundicia, bazofia, porquería, suciedad, libertino, libertina, libertine, ...
- μουσάτος στα ισπανικά - barbudo, barbado, barba, con barba, barbuda
Τυχαίες λέξεις
Μουρμουρίζω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: gruñir, mascullar, mascar, susurrar, ronronear, algarabía, murmurar, murmullo, burbujeo, burble, borboteo, parloteo
Μεταφράσεις: gruñir, mascullar, mascar, susurrar, ronronear, algarabía, murmurar, murmullo, burbujeo, burble, borboteo, parloteo