Ντροπαλότητα στα ισπανικά
Μετάφραση: ντροπαλότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
recato, pudor, timidez, la timidez, de timidez
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλότητα
ντροπαλότητα αντιμετώπιση, ντροπαλότητα συνώνυμα, ντροπαλότητα λεξικό γλώσσας ισπανικά, ντροπαλότητα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ντροπή στα ισπανικά - deshonra, pudor, ignominia, vergüenza, lástima, pena, la vergüenza, ...
- ντροπαλός στα ισπανικά - espantadizo, tímido, encogido, vergonzoso, timido, tímida, tímidos
- ντόμπρος στα ισπανικά - cándido, abierto, franco, abierta, abiertamente, franca
- ντόπιος στα ισπανικά - aborigen, natal, indígena, patrio, nativo, nativa, nativos, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλότητα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: recato, pudor, timidez, la timidez, de timidez
Μεταφράσεις: recato, pudor, timidez, la timidez, de timidez