Σοκάκι στα ισπανικά
Μετάφραση: σοκάκι, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
callejuela, calleja, callejón, backstreet, calle secundaria, de Backstreet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σοκάκι
σοκάκι συνώνυμα, γιαχνί σοκάκι, σοκάκι ναύπλιο, σοκάκι καρπενήσι, μακρύ σοκάκι, σοκάκι λεξικό γλώσσας ισπανικά, σοκάκι στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- σοδειά στα ισπανικά - lucro, recolección, siega, cosecha, ceder, producción, cosechar, ...
- σοκ στα ισπανικά - escandalizar, choque, impacto, conmoción, descargas, de choque, golpes
- σοκολάτα στα ισπανικά - cacao, chocolate, de chocolate, el chocolate, del chocolate, chocolate de
- σολομός στα ισπανικά - salmón, salmones, de salmón, el salmón, del salmón
Τυχαίες λέξεις
Σοκάκι στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: callejuela, calleja, callejón, backstreet, calle secundaria, de Backstreet
Μεταφράσεις: callejuela, calleja, callejón, backstreet, calle secundaria, de Backstreet