Συναρπαστικός στα ισπανικά
Μετάφραση: συναρπαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
emocionante, excitante, apasionante, interesante, emocionantes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναρπαστικός
συναρπαστικός συνώνυμο, συναρπαστικόσ τι σημαινει, συναρπαστικός συνώνυμα, συναρπαστικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, συναρπαστικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- συναρμολογώ στα ισπανικά - reunir, montar, congregar, juntar, reunirse, cotejar, recopilar, ...
- συναρμολόγηση στα ισπανικά - acumulación, adecuado, conveniente, oportuno, prueba, apropiado
- συνασπισμός στα ισπανικά - coalición, legua, bloque, alianza, liga, coalición de, la coalición, ...
- συναυλία στα ισπανικά - concierto, concierto Personal, conciertos, concierto de, de conciertos
Τυχαίες λέξεις
Συναρπαστικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: emocionante, excitante, apasionante, interesante, emocionantes
Μεταφράσεις: emocionante, excitante, apasionante, interesante, emocionantes