Σχετικός στα ισπανικά

Μετάφραση: σχετικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pertinente, competente, relativo, pariente, relativa, relación, respecto
Σχετικός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχετικός

σχετικόσ υπερθετικόσ, σχετικός και απόλυτος υπερθετικός, σχετικός υπερθετικός βαθμός, σχετικός βαθμός ρευστότητας του ενεργητικού σε σχέση με το παθητικό, σχετικός λόγος πιθανοτήτων, σχετικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, σχετικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • σχετίζομαι στα ισπανικά - relacionar, relacionarse, referirse, refieren, se refieren
  • σχετικά στα ισπανικά - relativamente, acerca de, sobre, aproximadamente, de, por
  • σχηματίζω στα ισπανικά - amoldar, moda, contorno, horma, modo, uso, configurar, ...
  • σχηματισμός στα ισπανικά - formación, la formación, formación de, la formación de, de formación
Τυχαίες λέξεις
Σχετικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: pertinente, competente, relativo, pariente, relativa, relación, respecto