Τσιγαρίζω στα ισπανικά
Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
saltear, salteado, Saute, Saltee, Sofría
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω
τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας ισπανικά, τσιγαρίζω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- τσεκούρι στα ισπανικά - hacha, ax, hacha de, el hacha, eje
- τσιγάρο στα ισπανικά - cigarro, pito, cigarrillo, pitillo, cigarrillos, de cigarrillos, del cigarrillo
- τσιγκλώ στα ισπανικά - golpear, escarbar, Ciglane
- τσιγκουνεύομαι στα ισπανικά - escatimar, escasear, limitación, stint, temporada, restricción, estadía, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: saltear, salteado, Saute, Saltee, Sofría
Μεταφράσεις: saltear, salteado, Saute, Saltee, Sofría