Άνεση στα ιταλικά

Μετάφραση: άνεση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sosta, riposo, agio, alleviare, quiete, comfort, comodità, il comfort, conforto, di comfort
Άνεση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνεση

άνεση english, ακουστική άνεση, επική άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, άνεση λεξικό γλώσσας ιταλικά, άνεση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • άνεμος στα ιταλικά - vento, scoreggia, peto, del vento, wind, eolica, faito
  • άνεργος στα ιταλικά - pigro, disoccupato, ozioso, passivo, inutile, disoccupati, disoccupazione, ...
  • άνετος στα ιταλικά - facile, facilmente, piano, confortevole, comodo, agevole, accogliente, ...
  • άνευ στα ιταλικά - senza, a colpo, colpo, non
Τυχαίες λέξεις
Άνεση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sosta, riposo, agio, alleviare, quiete, comfort, comodità, il comfort, conforto, di comfort