Ίνδαλμα στα ιταλικά
Μετάφραση: ίνδαλμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
idolo, idol, idoli, idolo di, dell'idolo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίνδαλμα
ίνδαλμα συνώνυμο, το ίνδαλμα, ίνδαλμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, ίνδαλμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ίκτερος στα ιταλικά - itterizia, ittero, l'ittero, ingiallimento, l'itterizia
- ίνα στα ιταλικά - fibra, fibra di, in fibra, della fibra, di fibre
- ίρις στα ιταλικά - iride, giaggiolo, iris, diaframma, dell'iride, del diaframma
- ίσιος στα ιταλικά - pari, dritto, diretto, equivalente, diritto, direttamente, diritta, ...
Τυχαίες λέξεις
Ίνδαλμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: idolo, idol, idoli, idolo di, dell'idolo
Μεταφράσεις: idolo, idol, idoli, idolo di, dell'idolo