Αγόρι στα ιταλικά
Μετάφραση: αγόρι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ragazzo, figlio, bambino, boy, ragazzino, ragazzo di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγόρι
αγόρι μου τζένη βάνου, αγόρι μου τζένη βάνου στίχοι, αγόρι μου, αγόρι μου στολίδι μου, αγόρι ή κορίτσι, αγόρι λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγόρι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγωνιστής στα ιταλικά - combattente, caccia, fighter, combattimento, lottatore
- αγωνιώ στα ιταλικά - tormento, cordoglio, angoscia, pena, essere, è, sia, ...
- αγύρτης στα ιταλικά - vagabondo, barbone, impostore, impostor, dell'impostore
- αγώνας στα ιταλικά - combattimento, lotta, gara, battaglia, partita, coppia, combattere, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγόρι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ragazzo, figlio, bambino, boy, ragazzino, ragazzo di
Μεταφράσεις: ragazzo, figlio, bambino, boy, ragazzino, ragazzo di