Ακατάστατος στα ιταλικά
Μετάφραση: ακατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sciatto, disordinato, sciatta, slovenly, trasandato, trasandata
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακατάστατος
ακατάστατος κύκλος περιόδου, ακατάστατος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακατάστατος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακατάδεχτος στα ιταλικά - riservato, altezzoso, altero, altezzosa, altera, superbo
- ακατάλληλος στα ιταλικά - disadatto, inopportuno, improprio, inadatto, non idoneo, non adatto, inadatti, ...
- ακατέργαστος στα ιταλικά - grezzo, primitivo, crudo, prima, greggio, prime
- ακαταστασία στα ιταλικά - disordine, confusione, soqquadro, scompiglio, untidiness, il disordine, sciatteria, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακατάστατος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sciatto, disordinato, sciatta, slovenly, trasandato, trasandata
Μεταφράσεις: sciatto, disordinato, sciatta, slovenly, trasandato, trasandata