Ακμή στα ιταλικά
Μετάφραση: ακμή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
colmo, apice, cima, vertice, culmine, vetta, acne, l'acne, dell'acne, di acne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακμή
ακμή στην πλάτη, ακμή στα 40, ακμή συνώνυμο, ακμή κύβου, ακμή προσώπου, ακμή λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακμή στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακλόνητος στα ιταλικά - incrollabile, costante, fermo, irremovibile, unshaken, inconcussa, salda
- ακμάζω στα ιταλικά - fiorire, fiore, fioritura, Bloom, fioriscono
- ακμαίος στα ιταλικά - attivo, arzillo, fiorente, fioritura, fiorire, florido, florida
- ακοή στα ιταλικά - udito, sentire, dell'udito, sentendo, ascoltato
Τυχαίες λέξεις
Ακμή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: colmo, apice, cima, vertice, culmine, vetta, acne, l'acne, dell'acne, di acne
Μεταφράσεις: colmo, apice, cima, vertice, culmine, vetta, acne, l'acne, dell'acne, di acne