Ασχολία στα ιταλικά

Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inseguimento, occupazione, professione, dell'occupazione, l'occupazione, all'occupazione
Ασχολία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασχολία

ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας ιταλικά, ασχολία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ασφυξία στα ιταλικά - asfissia, soffocamento, il soffocamento, di soffocamento, soffocazione
  • ασφόδελος στα ιταλικά - narciso, giunchiglia, daffodil, narcisi, trombone
  • ασωτία στα ιταλικά - prodigalità, la prodigalità, generosità, prodigality
  • ασύγχρονος στα ιταλικά - asincrono, asincrona, asincroni, asincrone
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: inseguimento, occupazione, professione, dell'occupazione, l'occupazione, all'occupazione