Ατομικός στα ιταλικά
Μετάφραση: ατομικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
individuo, singolo, individuale, persona, atomico, singoli, singola
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικός
ατομικός λέβητας αερίου, ατομικός αριθμός οξυγόνου, ατομικός λογαριασμός ασφάλισης, ατομικός αριθμός, ατομικός φάκελος οπλίτη, ατομικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ατομικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ατομικά στα ιταλικά - individualmente, singolarmente, autonomamente, individuale, personalizzato
- ατομικισμός στα ιταλικά - individualismo, l'individualismo, dell'individualismo, all'individualismo
- ατομικότητα στα ιταλικά - individualità, l'individualità, dell'individualità, personalità, di individualità
- ατονία στα ιταλικά - debolezza, la debolezza, debole, debolezze, di debolezza
Τυχαίες λέξεις
Ατομικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: individuo, singolo, individuale, persona, atomico, singoli, singola
Μεταφράσεις: individuo, singolo, individuale, persona, atomico, singoli, singola