Γενικός στα ιταλικά

Μετάφραση: γενικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
camice, grembiule, globale, generale, totale, complessivo, generali, genere, collettivo
Γενικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενικός

γενικός γραμματέας κυβέρνησης, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας αποκεντρωμένης διοίκησης κρήτης, γενικός οικοδομικός κανονισμός, γενικός κανονισμός λιμένα, γενικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, γενικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • γενικά στα ιταλικά - generalmente, generale, genere, in generale, in genere
  • γενική στα ιταλικά - generale, generali, genere, collettivo
  • γενικότητα στα ιταλικά - generalità, genericità, carattere generale, la generalità, generalizzazione
  • γεννήτρια στα ιταλικά - generativo, generatore, generatore di, del generatore, elettrogeno
Τυχαίες λέξεις
Γενικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: camice, grembiule, globale, generale, totale, complessivo, generali, genere, collettivo