Γλυπτική στα ιταλικά
Μετάφραση: γλυπτική, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scolpire, scultura, la scultura, sculture, scultura in, scultura di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλυπτική
γλυπτική σώματος, γλυπτική με φελιζόλ, γλυπτική σε φελιζόλ, γλυπτική στην αρχαία ελλάδα, γλυπτική μπαρόκ, γλυπτική λεξικό γλώσσας ιταλικά, γλυπτική στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γλυκός στα ιταλικά - dolce, caramella, dolci, sweet, soave, amabile
- γλυκύτητα στα ιταλικά - dolcezza, dolce, la dolcezza, di dolcezza, dolcezze
- γλυπτό στα ιταλικά - scolpire, scultura, la scultura, sculture, scultura in, scultura di
- γλωσσικός στα ιταλικά - linguistico, linguistica, linguistiche, linguistici
Τυχαίες λέξεις
Γλυπτική στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: scolpire, scultura, la scultura, sculture, scultura in, scultura di
Μεταφράσεις: scolpire, scultura, la scultura, sculture, scultura in, scultura di