Διέξοδος στα ιταλικά
Μετάφραση: διέξοδος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
esito, sbocco, sfogo, presa, uscita, presa di, di uscita, scarico
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διέξοδος
διέξοδος μαρκόπουλο, διέξοδος από την κατάθλιψη, διέξοδος καστοριά, διέξοδος ταινια, διέξοδος in english, διέξοδος λεξικό γλώσσας ιταλικά, διέξοδος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- διέγερση στα ιταλικά - eccitazione, stimolazione, stimolo, la stimolazione, di stimolazione, stimoli
- διένεξη στα ιταλικά - controversia, disputa, questione, vertenza, bisticciare, disputare, bega, ...
- διέπω στα ιταλικά - governare, diepo
- διήθηση στα ιταλικά - filtrazione, filtraggio, di filtrazione, di filtraggio, la filtrazione
Τυχαίες λέξεις
Διέξοδος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: esito, sbocco, sfogo, presa, uscita, presa di, di uscita, scarico
Μεταφράσεις: esito, sbocco, sfogo, presa, uscita, presa di, di uscita, scarico