Διακεκριμένος στα ιταλικά

Μετάφραση: διακεκριμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
notevole, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente
Διακεκριμένος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακεκριμένος

διακεκριμένος αγγλικά, διακεκριμένος λεξικο, διακεκριμένος επιστήμονας εξωτερικού, διακεκριμένος επιστήμονας, διακεκριμένος σημασία, διακεκριμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, διακεκριμένος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διαιτολόγιο στα ιταλικά - dieta, la dieta, di dieta, alimentazione, dieta di
  • διακανονισμός στα ιταλικά - accordo, disposizione, ordine, organizzazione, ordinamento, insediamento, soluzione, ...
  • διακηρύσσω στα ιταλικά - confessare, riconoscere, confessarsi, fiammata, tripudio, incendio, blaze, ...
  • διακλάδωση στα ιταλικά - diramazione, ramo, filiale, succursale, ramo di, branca
Τυχαίες λέξεις
Διακεκριμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: notevole, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente