Διορατικός στα ιταλικά
Μετάφραση: διορατικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
perspicace, perspicacia, perspicacious, perspicaci
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορατικός
διορατικόσ αγγλικα, διορατικός γέροντας γαβριήλ, διορατικός συνώνυμα, διορατικός αντωνυμο, διορατικός γέροντας, διορατικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, διορατικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- διορίζομαι στα ιταλικά - investire, collocare, designato, Nominato, carica, carica dal, In carica
- διορίζω στα ιταλικά - assegnare, fissare, destinare, deputare, Depute, deputato
- διορατικότητα στα ιταλικά - perspicacia, acume, intuito, visione, intuizione, comprensione, conoscenza
- διοργάνωση στα ιταλικά - organizzazione, dell'organizzazione, un'organizzazione, all'organizzazione, l'organizzazione
Τυχαίες λέξεις
Διορατικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: perspicace, perspicacia, perspicacious, perspicaci
Μεταφράσεις: perspicace, perspicacia, perspicacious, perspicaci