Επίπλωση στα ιταλικά
Μετάφραση: επίπλωση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
arredamento, mobili, arredi, arredo, arredi in
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίπλωση
επιπλωση σπιτιού, επίπλωση γκαρσονιέρας, επίπλωση παιδικού δωματίου, επίπλωση κουζίνασ, επίπλωση φαρμακείου, επίπλωση λεξικό γλώσσας ιταλικά, επίπλωση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επίπλευση στα ιταλικά - galleggiamento, flottazione, di galleggiamento, di flottazione, quotazione
- επίπληξη στα ιταλικά - biasimo, rabbuffo, ammonimento, rimbrotto, rimprovero, rimproverare, sgridare, ...
- επίπονος στα ιταλικά - arduo, difficile, faticoso, laborioso, laboriosa, faticosa, laboriose
- επίπτωση στα ιταλικά - conseguenza, risultato, effetto, contraccolpo, rimbalzo, derivare, risultare, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίπλωση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: arredamento, mobili, arredi, arredo, arredi in
Μεταφράσεις: arredamento, mobili, arredi, arredo, arredi in