Εφεύρεση στα ιταλικά

Μετάφραση: εφεύρεση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
invenzione, trovato, dell'invenzione, invenzione si
Εφεύρεση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφεύρεση

εφεύρεση χαρτιού, εφεύρεση τηλεφωνου, εφεύρεση υπολογιστή, εφεύρεση κινητού τηλεφώνου, εφεύρεση τηλέφωνο, εφεύρεση λεξικό γλώσσας ιταλικά, εφεύρεση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • εφευρετικός στα ιταλικά - inventivo, inventiva, creativa, invenzione, creativo
  • εφευρετικότητα στα ιταλικά - inventiva, l'inventiva, creatività, inventività, dell'inventiva
  • εφηβεία στα ιταλικά - adolescenza, pubertà, la pubertà, della pubertà, puberty
  • εφηβικός στα ιταλικά - adolescente, nubile, nubili, da marito
Τυχαίες λέξεις
Εφεύρεση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: invenzione, trovato, dell'invenzione, invenzione si