Κράμα στα ιταλικά
Μετάφραση: κράμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lega, lega di, in lega, della lega, in lega di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράμα
κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα ψευδάργυρου, κράμα αλουμινίου, κράμα χαλκού, κράμα λευκωσία, κράμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, κράμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κούφιος στα ιταλικά - depressione, vano, incavato, vuoto, cavo, cavità, cava, ...
- κράζω στα ιταλικά - ciarlatano, stridio, Screech, di Screech, stridore, stridere
- κράμβη στα ιταλικά - stuprare, stupro, colza, stupri, lo stupro, di colza
- κράμπα στα ιταλικά - crampo, crampi, spasmo, cramp, i crampi
Τυχαίες λέξεις
Κράμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: lega, lega di, in lega, della lega, in lega di
Μεταφράσεις: lega, lega di, in lega, della lega, in lega di