Λιρέτα στα ιταλικά

Μετάφραση: λιρέτα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lira, lire, di lire
Λιρέτα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιρέτα

ιταλική λιρέτα, λιρέτα εξαρχείων, λιρέτα λεξικό γλώσσας ιταλικά, λιρέτα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λιπαρός στα ιταλικά - untuoso, unto, grasso, adiposo, grassi, grassa, grasse
  • λιποθυμώ στα ιταλικά - deliquio, mancare, fievole, fioco, fiacco, debole, svenimento, ...
  • λιτός στα ιταλικά - astinente, sobrio, parsimonioso, Thrifty, parsimoniosi, Thrifty di, parsimoniosa
  • λιτότητα στα ιταλικά - parsimonia, risparmio, di risparmio, la parsimonia, frugalità
Τυχαίες λέξεις
Λιρέτα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: lira, lire, di lire