Μεσάζοντας στα ιταλικά

Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
intermediario, broker, mediatore, mediatore di, broker di
Μεσάζοντας στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας

μεσάζοντας λεξικό γλώσσας ιταλικά, μεσάζοντας στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μερικώς στα ιταλικά - in parte, parzialmente, parte
  • μερσίνη στα ιταλικά - mirto, Mersin, di Mersin, a Mersin
  • μεσάζων στα ιταλικά - tramite, paciere, intermediario, mediatore, intermediari, intermediazione, di intermediazione
  • μεσάνυχτα στα ιταλικά - mezzanotte, a mezzanotte, la mezzanotte, di mezzanotte
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: intermediario, broker, mediatore, mediatore di, broker di