Μηχανουργός στα ιταλικά
Μετάφραση: μηχανουργός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
macchinista, Machinist, uomo senza sonno, macchinista che, capo macchinista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μηχανουργός
μηχανουργός ιεκ, μηχανουργός λεξικό γλώσσας ιταλικά, μηχανουργός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- μηχανικός στα ιταλικά - ingegnere, tecnico, meccanico, macchinista, engineer, ingegnere di, assistente tecnico
- μηχανισμός στα ιταλικά - congegno, meccanismo, ordigno, meccanismo di, meccanismi, dispositivo, il meccanismo
- μιαίνω στα ιταλικά - infettare, inquinare, inquinano, inquina, inquinare le, contaminare
- μιζέρια στα ιταλικά - squallore, penuria, miseria, povertà, la miseria, infelicità, sofferenza, ...
Τυχαίες λέξεις
Μηχανουργός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: macchinista, Machinist, uomo senza sonno, macchinista che, capo macchinista
Μεταφράσεις: macchinista, Machinist, uomo senza sonno, macchinista che, capo macchinista