Μολυσματικός στα ιταλικά
Μετάφραση: μολυσματικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
virale, infettiva, infettivo, infettivi, infettive, infettante
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολυσματικός
μολυσματικη τέρμινθος, μολυσματικός εκφυλισμός, μολυσματικός εκφυλισμός αμπέλου, μολυσματικός συνώνυμα, μολυσματικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, μολυσματικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- μολονότι στα ιταλικά - benché, comunque, quantunque, sebbene, nonostante, anche se, anche
- μολυβής στα ιταλικά - livido, livida, livide, livid, lividi
- μολύβι στα ιταλικά - matita, lapis, matita di, la matita, pencil, della matita
- μολύνω στα ιταλικά - appestare, ammorbare, infettare, contagiare, infettare i, di infettare, infettare le
Τυχαίες λέξεις
Μολυσματικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: virale, infettiva, infettivo, infettivi, infettive, infettante
Μεταφράσεις: virale, infettiva, infettivo, infettivi, infettive, infettante