Οικισμός στα ιταλικά

Μετάφραση: οικισμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
villaggio, colonia, paese, accordo, insediamento, soluzione, liquidazione, composizione, di regolamento
Οικισμός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικισμός

οικισμός χοιροκοιτίας, οικισμός in english, οικισμός γέννησης στα αγγλικά, οικισμός ουζιέλ, οικισμός προ του 1923, οικισμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, οικισμός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • οικειότητα στα ιταλικά - intimità, l'intimità, dell'intimità, nell'intimità, di intimità
  • οικιακός στα ιταλικά - famiglia, casalingo, domestico, casa, economia domestica, domestici
  • οικιστής στα ιταλικά - colonizzatore, colono, coloni, dei coloni, settler
  • οικιστικός στα ιταλικά - residenziale, residenziali, Residential, Abitazioni, Abitazione
Τυχαίες λέξεις
Οικισμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: villaggio, colonia, paese, accordo, insediamento, soluzione, liquidazione, composizione, di regolamento