Ομαλά στα ιταλικά

Μετάφραση: ομαλά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
facilmente, normalmente, norma, di norma, solito, di solito
Ομαλά στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομαλά

ομαλά μεταφραση, ομαλά ρήματα αρχαίων, ομαλά συνώνυμο, ομαλά αιμαγγειώματα, ομαλά επιταχυνόμενη κίνηση, ομαλά λεξικό γλώσσας ιταλικά, ομαλά στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ομήγυρη στα ιταλικά - compagnia, comitiva, adunanza, ditta, adunata, impresa, azienda, ...
  • ομίχλη στα ιταλικά - foschia, nebbia, la nebbia, fendinebbia, di nebbia, della nebbia
  • ομαλός στα ιταλικά - regolare, pianura, semplice, piana, comune, piano
  • ομελέτα στα ιταλικά - frittata, omelette, frittata di, la frittata, frittate
Τυχαίες λέξεις
Ομαλά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: facilmente, normalmente, norma, di norma, solito, di solito