Περικλείω στα ιταλικά

Μετάφραση: περικλείω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accludere, rinchiudere, cingere, circondare, orlo, bordo, del bordo, lembo, orlo a
Περικλείω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περικλείω

περικλείω english, περικλείω λεξικο, περικλείω αόριστος, περικλείω κλιση, περικλείω συνωνυμα, περικλείω λεξικό γλώσσας ιταλικά, περικλείω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • περιθωριακός στα ιταλικά - marginale, marginali, marg
  • περιθώριο στα ιταλικά - lembo, orlo, margine, ciglio, margine di, margini, il margine, ...
  • περικυκλώνω στα ιταλικά - circondare, attorniare, bussola, compasso, della bussola, compass, la bussola
  • περικόπτω στα ιταλικά - economizzare, retrench
Τυχαίες λέξεις
Περικλείω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: accludere, rinchiudere, cingere, circondare, orlo, bordo, del bordo, lembo, orlo a