Ράντισμα στα ιταλικά

Μετάφραση: ράντισμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
schizzo, schizzare, Eiaculazione femminile, Schizzate, spruzzo
Ράντισμα στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράντισμα

ράντισμα ελιάς, ράντισμα βερικοκιάς, ράντισμα με χαλκό, ράντισμα καρυδιάς, ράντισμα ντομάτας, ράντισμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, ράντισμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ράμπα στα ιταλικά - rampa, rampa di, di rampa, la rampa, dilagare
  • ράμφος στα ιταλικά - circolare, becco, cartellone, rostro, fattura, bolletta, volantino, ...
  • ράντσο στα ιταλικά - fattoria, ranch, rancho, ranch di, di Ranch
  • ράπισμα στα ιταλικά - Biff, di Biff
Τυχαίες λέξεις
Ράντισμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: schizzo, schizzare, Eiaculazione femminile, Schizzate, spruzzo