Συλλέκτης στα ιταλικά

Μετάφραση: συλλέκτης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
collettore, collezionista, collector, raccoglitore, del collettore
Συλλέκτης στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλέκτης

συλλέκτης κενού, συλλέκτης υγρασίας, συλλέκτης κοπράνων, συλλέκτης υγρασίας uhu, συλλέκτης θέρμανσης τζακιού, συλλέκτης λεξικό γλώσσας ιταλικά, συλλέκτης στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συκώτι στα ιταλικά - fegato, epatica, del fegato, di fegato, al fegato
  • συλλέγω στα ιταλικά - raccogliere, esigere, radunare, piccone, picco, incassare, ritirare, ...
  • συλλαβή στα ιταλικά - sillaba, sillabe, syllable
  • συλλαβίζω στα ιταλικά - fascino, malia, tempo, incanto, grazia, sillabare, dividere in sillabe
Τυχαίες λέξεις
Συλλέκτης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: collettore, collezionista, collector, raccoglitore, del collettore