Συνετό στα ιταλικά

Μετάφραση: συνετό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
consigliabile, saggio, saggia, saggi, sapiente, savio
Συνετό στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνετό

ιάσονα συνετό, συνετό λεξικό γλώσσας ιταλικά, συνετό στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συνετά στα ιταλικά - saggiamente, sapientemente, saggezza, con saggezza, saggio
  • συνεταιρισμός στα ιταλικά - associazione, partenariato, collaborazione, di partenariato, partnership di
  • συνετός στα ιταλικά - assennato, consigliabile, caritatevole, ragionevole, saggio, benevolo, savio, ...
  • συνεχής στα ιταλικά - incessante, permanente, costante, continuo, continua, continui, in continuo
Τυχαίες λέξεις
Συνετό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: consigliabile, saggio, saggia, saggi, sapiente, savio