Τρυφερότητα στα ιταλικά
Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affezione, affetto, amore, tenerezza, la tenerezza, di tenerezza, dolorabilità, dolcezza
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα
τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, τρυφερότητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τρυπώ στα ιταλικά - pizzicare, punzecchiare, pungere, rubinetto, colpetto, toccare, di rubinetto, ...
- τρυφερός στα ιταλικά - amorevole, delicato, sensibile, tenero, offerta, dolce, amare, ...
- τρωκτικό στα ιταλικά - roditore, roditori, Rodent, dei roditori, di roditori
- τρόμος στα ιταλικά - spavento, timore, sbigottimento, terrore, sgomento, costernazione, paura, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: affezione, affetto, amore, tenerezza, la tenerezza, di tenerezza, dolorabilità, dolcezza
Μεταφράσεις: affezione, affetto, amore, tenerezza, la tenerezza, di tenerezza, dolorabilità, dolcezza