Φανερός στα ιταλικά

Μετάφραση: φανερός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aperto, ovvio, evidente, ovvia, evidenti, chiaro
Φανερός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φανερός

φανερός αγγλικά, φανερός συνώνυμο, φανερός συνώνυμα, φανερός πράκτωρ 000, φανερός πράκτωρ θβ, φανερός λεξικό γλώσσας ιταλικά, φανερός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • φανελάκι στα ιταλικά - maglia, panciotto, maglietta, camicia, della camicia, camicia di
  • φανερά στα ιταλικά - apertamente, aperta, pubblicamente, apertamente la, francamente
  • φανερώνω στα ιταλικά - indicare, mostrare, segnare, segnalare, dare via, regalare, cedere, ...
  • φαντάζομαι στα ιταλικά - presupporre, immaginare, ipotizzare, a immaginare, immaginate, pensare, immaginare di
Τυχαίες λέξεις
Φανερός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: aperto, ovvio, evidente, ovvia, evidenti, chiaro