Χρηματοδοτώ στα ιταλικά
Μετάφραση: χρηματοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
finanza, finanziamento, finanziario, finanze, finanziamenti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρηματοδοτώ
χρηματοδοτώ συνώνυμα, χρηματοδοτώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, χρηματοδοτώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- χρεοκοπημένος στα ιταλικά - fallito, fallimento, bancarotta, in bancarotta, fallita
- χρηματιστής στα ιταλικά - agente di cambio, agente di borsa, broker, stockbroker, di borsa
- χρηματοδότηση στα ιταλικά - finanziamento, finanziamenti, di finanziamento, il finanziamento, finanziamento del
- χρηματοκιβώτιο στα ιταλικά - cassaforte, sicuro, salvo, sicurezza, sicura, cassetta di sicurezza
Τυχαίες λέξεις
Χρηματοδοτώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: finanza, finanziamento, finanziario, finanze, finanziamenti
Μεταφράσεις: finanza, finanziamento, finanziario, finanze, finanziamenti