Αμείβω στα κροατικά

Μετάφραση: αμείβω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
naplatiti, nadoknaditi, platiti, kompenzirati, nagraditi, vratiti, uzvraćaš, vratiti isto, li uzvraćaš
Αμείβω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμείβω

αμείβω αμοιβή, αμείβω κλιση, αμείβω ή αμείβω, αμείβω λεξικό γλώσσας κροατικά, αμείβω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • αμβλύς στα κροατικά - otupljen, glup, dosadno, dosadan, tupa, dosadna
  • αμβροσία στα κροατικά - ambrozija, Ambrosia, božanski napitak
  • αμελητέος στα κροατικά - zanemariv, beznačajno, neznatan, beznačajan, zanemarljiv, zanemariva, zanemarive
  • αμελώ στα κροατικά - nehaj, zanemariti, nemar, štediti, štedjeti, škrtariti, zaostaje, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμείβω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: naplatiti, nadoknaditi, platiti, kompenzirati, nagraditi, vratiti, uzvraćaš, vratiti isto, li uzvraćaš