Αποβλέπω στα κροατικά
Μετάφραση: αποβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
smjerati, gađati, svrha, nišaniti, meta, težiti, ciljevi, ciljeve, cilj, ciljeva, su ciljevi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλέπω
αποβλέπω μετάφραση, αποβλέπω συνώνυμα, προβλέπω συνώνυμο, προβλέπω ετυμολογία, αποβλέπω λεξικό γλώσσας κροατικά, αποβλέπω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αποβάλλω στα κροατικά - opadati, spremište, prognati, obasjavaju, starosjedilac, isključiti, pogon, ...
- αποβλάκωση στα κροατικά - zapanjenost, zaprepaštenost, zaprepaštenje, zaprepašćenost, ošamućivanje
- αποβλακώνω στα κροατικά - zapanjiti, ošamutiti
- αποβολή στα κροατικά - istjerivanje, pobačaj, isključenje, greška, neuspjeh, abortus, pobačaja, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποβλέπω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: smjerati, gađati, svrha, nišaniti, meta, težiti, ciljevi, ciljeve, cilj, ciljeva, su ciljevi
Μεταφράσεις: smjerati, gađati, svrha, nišaniti, meta, težiti, ciljevi, ciljeve, cilj, ciljeva, su ciljevi