Αστυφύλακας στα κροατικά

Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
policajac, Constable, Pozornik, stražar, patrole
Αστυφύλακας στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας

μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας κροατικά, αστυφύλακας στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • αστυνομεύω στα κροατικά - policije, vladati, čuvati, upravljati, održavati, Policija, Rad policije, ...
  • αστυνόμος στα κροατικά - policajac, maršal, Marshal, šerif, je Marssal, Marssal
  • αστός στα κροατικά - varošanin, građanin, mještanin
  • ασυδοσία στα κροατικά - imunost, nekažnjenost, imunitet, nekažnjivost, imunosti, imuniteta, otpornosti
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: policajac, Constable, Pozornik, stražar, patrole