Ενήλικας στα κροατικά

Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
punoljetan, odrastao, zreo, odrasla osoba, odraslih, odrasle, odrasla, za odrasle
Ενήλικας στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενήλικας

ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας κροατικά, ενήλικας στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • ενέδρα στα κροατικά - zasjeda, zasjedu, zasjedi, zasjede, namještena zasjeda
  • ενέργεια στα κροατικά - radnja, akcija, Akcijski, akcije, akciju
  • ενήλικος στα κροατικά - odrastao, zreo, punoljetan, odrasla osoba, odraslih, odrasle, odrasla, ...
  • ενίσχυση στα κροατικά - povećanje, pojačanje, armaturi, učvršćivanje, armatura, proširenje, amplifikacija, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: punoljetan, odrastao, zreo, odrasla osoba, odraslih, odrasle, odrasla, za odrasle