Εξάπλωση στα κροατικά
Μετάφραση: εξάπλωση, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
proširenje, razvoj, sirenje, širenje, širenja, širi, širenju, šireći
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξάπλωση
εξάπλωση των τούρκων, εξάπλωση αγγλικά, εξάπλωση των αράβων, εξάπλωση συνώνυμο, εξάπλωση χριστιανισμού, εξάπλωση λεξικό γλώσσας κροατικά, εξάπλωση στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εξάμηνο στα κροατικά - polugodište, pola godine, pol godine, pol godina, pol dana
- εξάνθημα στα κροατικά - brzoplet, osipa, nepromišljen, ospice, osip, osip se
- εξάπτω στα κροατικά - zapaliti, uzbuditi, oduševiti, uzbuđuju, nadražiti, raspaljivati
- εξάρθρωση στα κροατικά - dislokacija, iščašenja, dislociranja, relokacija
Τυχαίες λέξεις
Εξάπλωση στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: proširenje, razvoj, sirenje, širenje, širenja, širi, širenju, šireći
Μεταφράσεις: proširenje, razvoj, sirenje, širenje, širenja, širi, širenju, šireći