Λιπαντικό στα κροατικά
Μετάφραση: λιπαντικό, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mazivo, mast, podmazati, masti, masnoće, masnoća
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιπαντικό
λιπαντικα super dynamic extra diesel, λιπαντικό αλυσίδασ, λιπαντικό κ-υ, λιπαντικό αλυσίδας ποδηλάτου, λιπαντικό αλυσίδας μοτοσυκλέτας, λιπαντικό λεξικό γλώσσας κροατικά, λιπαντικό στα κροατικά
Μεταφράσεις
- λινός στα κροατικά - platno, posteljina, platnen, rublje, lanen, batist
- λιπαίνω στα κροατικά - oploditi, fertilize, gnojenje, pognojiti, oplodili
- λιπαρός στα κροατικά - masne, masna, masnih, masnog, masni
- λιποθυμώ στα κροατικά - slab, klonuti, malaksati, onesvijestiti, nesvijest, pasti u nesvijest, nesvjestica
Τυχαίες λέξεις
Λιπαντικό στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: mazivo, mast, podmazati, masti, masnoće, masnoća
Μεταφράσεις: mazivo, mast, podmazati, masti, masnoće, masnoća