Μολύνω στα κροατικά
Μετάφραση: μολύνω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaprljati, zaraziti, inficirati, inficiraju, zarazi, zaraze
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολύνω
μολύνω στα αγγλικα, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω συνώνυμο, μολύνω παρατατικός, μολύνω συνώνυμα, μολύνω λεξικό γλώσσας κροατικά, μολύνω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- μολυσματικός στα κροατικά - infektivna, infektivni, infektivne, infektivno, infektivi
- μολύβι στα κροατικά - kičica, pisaljka, pisati, olovka, olovke, olovku, olovkom, ...
- μομφή στα κροατικά - prigovor, prijekor, zamjerka, sramota, sramotu, ruglo
- μονάδα στα κροατικά - jednoznačnost, sklad, sloga, jednoglasje, jedinica, jedinice, uređaj, ...
Τυχαίες λέξεις
Μολύνω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: zaprljati, zaraziti, inficirati, inficiraju, zarazi, zaraze
Μεταφράσεις: zaprljati, zaraziti, inficirati, inficiraju, zarazi, zaraze