Οργή στα κροατικά

Μετάφραση: οργή, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bjesnjeti, bijes, dražiti, ludovanje, srdžba, narav, strast, ćud, kaliti, ljutnja, ljutiti, umiriti, gnjev, bijesa, bjesnio
Οργή στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οργή

οργή «λαού» στα social media για τον αρραβώνα σπυροπούλου-κοντομηνά, οργή συνωνυμα, οργή μόσχας για αθήνα, οργή ονειροκρίτης, οργή (1962), οργή λεξικό γλώσσας κροατικά, οργή στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • ορατότητα στα κροατικά - vidljivost, vidljivosti, preglednost, je vidljivost
  • οργάνωση στα κροατικά - udruženje, organizaciju, organizacija, ustrojstvo, organizacije, organizaciji, udruga
  • οργίλος στα κροατικά - osoran, mrzovoljan, razdražljiv, naprasit
  • οργανίστας στα κροατικά - orguljaš, orguljaša, orguljašica, orguljašem, orguljašku
Τυχαίες λέξεις
Οργή στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: bjesnjeti, bijes, dražiti, ludovanje, srdžba, narav, strast, ćud, kaliti, ljutnja, ljutiti, umiriti, gnjev, bijesa, bjesnio