Καθρέφτης στα λατινικά

Μετάφραση: καθρέφτης, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
speculum
Καθρέφτης στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθρέφτης

καθρέφτης αλμωπίας, καθρέπτης μπάνιου, καθρέφτης ικεα, καθρέφτης όνειρο, καθρέφτης αυτοκινήτου για μωρά, καθρέφτης λεξικό γλώσσας λατινικά, καθρέφτης στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • καθορισμένος στα λατινικά - constituo
  • καθυστέρηση στα λατινικά - mora
  • καθυστερημένος στα λατινικά - tardus
Τυχαίες λέξεις
Καθρέφτης στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: speculum