Δοκίμιο στα λετονικά
Μετάφραση: δοκίμιο, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sacerējums, pārbaudīt, mēģināt, eseja, pierādījums, pierādījumu, apliecinājums, pierādījumi, proof
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκίμιο
δοκίμιο ιστορίας του κκε, δοκίμιο περί ανθρώπινης βλακείας, δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση, δοκίμιο γ λυκείου, δοκίμιο περί βλακείας, δοκίμιο λεξικό γλώσσας λετονικά, δοκίμιο στα λετονικά
Μεταφράσεις
- δοκάρι στα λετονικά - pālis, miets, pasts, korespondence, postenis, stabs, ārā, ...
- δοκίμια στα λετονικά - sacerējums, pārbaudīt, eseja, mēģināt, esejas, apceres, apceres var, ...
- δοκιμάζω στα λετονικά - sasniegums, paraugs, mēģināt, piepūle, cenšanās, pārbaudīt, mēģinājums, ...
- δοκιμασία στα λετονικά - analīze, izmēģinājums, izmēģinājuma, izmēģinājumiem, pētījumā, pētījums
Τυχαίες λέξεις
Δοκίμιο στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: sacerējums, pārbaudīt, mēģināt, eseja, pierādījums, pierādījumu, apliecinājums, pierādījumi, proof
Μεταφράσεις: sacerējums, pārbaudīt, mēģināt, eseja, pierādījums, pierādījumu, apliecinājums, pierādījumi, proof