Δυσαρέσκεια στα λετονικά

Μετάφραση: δυσαρέσκεια, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neapmierinātība, neapmierinātību, nepatiku
Δυσαρέσκεια στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσαρέσκεια

δυσαρέσκεια συνώνυμο, δυσαρέσκεια in english, δυσαρέσκεια ορισμόσ, δυσαρέσκεια στα αγγλικα, δυσαρέσκεια λεξικό γλώσσας λετονικά, δυσαρέσκεια στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • δυσάρεστος στα λετονικά - neinteresants, nepatīkams, garlaicīgs, nogurdinošs, nepatīkama, nepatīkami, nepatīkami skatīties
  • δυσανάγνωστος στα λετονικά - nesalasāms, nenolasāmiem, nelasāmi, lasāma, nelasāms
  • δυσαρεστώ στα λετονικά - nepatikt, apbēdināt
  • δυσεπίλυτος στα λετονικά - grūtāk, neatrisināma, nepakļāvīgas, grūtāk kontrolējams, nepakļāvīgām
Τυχαίες λέξεις
Δυσαρέσκεια στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: neapmierinātība, neapmierinātību, nepatiku