Κατορθώνω στα λετονικά

Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
veikt, gūt, sasniegt, iegūt, likts, likt, nodot, ievietot, izvirzījās
Κατορθώνω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατορθώνω

κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας λετονικά, κατορθώνω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • κατοικώ στα λετονικά - dzīvot, dzīvo, dzīvojam, dzīvojat, dzīvoju
  • κατολίσθηση στα λετονικά - nogruvums, bīdāmās, bīdāmo, bīdāmas, slīdēšanu, bīdāmie
  • κατοχή στα λετονικά - darbs, nodarbošanās, valdījums, valdījumā, īpašums, turēšana īpašumā, valdījumu
  • κατοχυρώνω στα λετονικά - aizsargāt, spēcināt, nostiprināt, stiprinātu, stiprināt, paraugu pastiprinātu
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: veikt, gūt, sasniegt, iegūt, likts, likt, nodot, ievietot, izvirzījās