Μανιβέλα στα λετονικά
Μετάφραση: μανιβέλα, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kloķis, kloķa, crank, īpatnis, vaļīgs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιβέλα
μανιβέλα πατρα, μανιβέλα τέντας, μανιβέλα αγγλικα, μανιβέλα λεξικό γλώσσας λετονικά, μανιβέλα στα λετονικά
Μεταφράσεις
- μανιακός στα λετονικά - maniaks, Maniac, manjaks, maniaku
- μανιασμένος στα λετονικά - negants, nežēlīgs, nikns, stiprs, spēcīgs, Putnu, mežonīgi, ...
- μανικέτι στα λετονικά - aproce, aproces, aproci, cuff, manšete
- μανιτάρι στα λετονικά - sēne, sēņu, Mushroom, sēnes, sēņot
Τυχαίες λέξεις
Μανιβέλα στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: kloķis, kloķa, crank, īpatnis, vaļīgs
Μεταφράσεις: kloķis, kloķa, crank, īpatnis, vaļīgs