Πειθώ στα λετονικά
Μετάφραση: πειθώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pārliecināt, pārliecinātu, jāpārliecina, pārliecina
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειθώ
πείθω αντίθετο, πείθω ομόρριζα, πείθω παράγωγα, πείθω κλίση, πείθω αρχικοί χρόνοι, πειθώ λεξικό γλώσσας λετονικά, πειθώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- παύση στα λετονικά - pārtraukums, pauze, pauzes, pauzi, pauzēt
- παύω στα λετονικά - pārtraukt, vairs, pārtrauc, pārtraukšanu, pārstāj
- πείνα στα λετονικά - izsalkums, bads, alkas, bada, badu, izsalkumu
- πείραμα στα λετονικά - eksperimentēšana, eksperiments, eksperimentu, eksperimenta, eksperimentēt
Τυχαίες λέξεις
Πειθώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: pārliecināt, pārliecinātu, jāpārliecina, pārliecina
Μεταφράσεις: pārliecināt, pārliecinātu, jāpārliecina, pārliecina