Στενάζω στα λετονικά

Μετάφραση: στενάζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vaidēt, kunkstiens, vaids, kurnēšana
Στενάζω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στενάζω

στενάζω συνώνυμα, στενάζω λεξικό γλώσσας λετονικά, στενάζω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • στεγνός στα λετονικά - neinteresants, nesaldināts, izkaltis, sauss, sausa, sausā, sausas, ...
  • στενά στα λετονικά - notikt, vērīgi, uzmanīgi, cieši, rūpīgi, stingri
  • στενός στα λετονικά - šaurs, blīvs, aizvērt, tuvu, tuvu atrodas, tuvumā, netālu
  • στενόχωρος στα λετονικά - neērts, neērti, diskomforta, nepatīkami
Τυχαίες λέξεις
Στενάζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: vaidēt, kunkstiens, vaids, kurnēšana